Προσπερνώντας, κοιτάζω το αυτοκίνητο στη μεσαία λωρίδα· μια μουσούδα προεξείχε. Είχε βγάλει τα ποδαράκια του και το κεφάλι του έξω απ το ανοιχτό παράθυρο, ενώ τα αυτιά του κι η καφετιά του χαίτη ανέμιζαν κόντρα στον άνεμο. Το κοιτούσα και γελούσα, η αίσθηση που σου 'βγαζε η εικόνα αυτή ήταν τόσο ανάλαφρη κι ευχάριστη.. το ζήλευα το τετράποδο. Ο οδηγός είχε επιταχύνει αρκετά, αλλά δε φαινόταν να δίνει σημασία η φάτσα.
Έκλεινε απλά τα μάτια κι απολάμβανε..
Και φανταζόμουν να σιγοτραγουδά από μέσα του τη σκυλίσια μέρα.